Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

φοινικιστὶ δ

См. также в других словарях:

  • φοινικιστί — in the Phoenician indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φοινικιστί — Φοινῑκιστί , Φοινικιστί in the Phoenician indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φοινικιστί — Α επίρρ. στη γλώσσα τών Φοινίκων ή τών Καρχηδονίων ή κατά τον τρόπο τών Φοινίκων ή τών Καρχηδονίων. [ΕΤΥΜΟΛ. < φοινικίζω (ΙΙ) + επιρρμ. κατάλ. τί (πρβλ. ἀττικισ τί). Η σημ. αυτή τού ρ. απαντά μόνο σε αυτόν τον επιρρμ. τ.] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»